Μετάφραση: Γιώργος Σεφέρης, περ. Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, Μάιος 1945, αναδημ. στο περ. Εποπτεία, Ὀκτώβριος 1993. Εμφάσεις από την Εποπτεία.
ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΠΡΩΤΑ νὰ ὁρίσω μὲ ποιὰ σημασία θὰ χρησιμοποιήσω τὸν ὅρο «λογοτέχνης». Θὰ ἐννοῶ τὸ συγγραφέα ποὺ τὸ γράψιμο εἶναι γι’ αὐτὸν πρῶτα ἀπ’ ὅλα τέχνη, ποὺ τὸν ἀπασχολεῖ τὸ ὕφος ὅσο καὶ τὸ περιεχόμενο, καὶ ποὺ γιὰ νὰ καταλάβεις τὰ ἔργα του πρέπει καὶ τὸ ὕφος του νὰ νοιώσεις καὶ τὸ περιεχόμενό τους νὰ καταλάβεις. Εἶναι ἰδιαίτερα ὁ ποιητὴς (καθὼς κι’ ὁ δραματικὸς ποιητής) καὶ ὁ μυθιστοριογράφος. Ξεχωρίζοντάς τους, δὲν ἀρνιόμαστε τὸν τίτλο τοῦ «λογοτέχνη» σὲ συγγραφεῖς ποὺ καλλιεργοῦν πολλὰ ἄλλα εἴδη τοῦ λόγου· εἶναι μονάχα ἕνας τρόπος νὰ ἀπομονώσουμε τὸ πρόβλημα τῆς εὐθύνης τοῦ λογοτέχνη ὡς λογοτέχνη. Κι’ ἂν ὅσα ἔχω νὰ πῶ ἀληθεύουν γιὰ τὸν ποιητὴ καὶ τὸ μυθιστοριογράφο, θὰ ἀληθεύουν καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους συγγραφεῖς κατὰ τὸ μέτρο ποὺ εἶναι «καλλιτέχνες».
Ἡ πρώτη εὐθύνη τοῦ λογοτέχνη εἶναι φυσικὰ ἡ εὐθύνη ἀπέναντι στὴν τέχνη του, αὐτὴ ποὺ οὔτε ὁ χρόνος οὔτε οἱ περιστάσεις μποροῦν νὰ τὴ μειώσουν ἢ νὰ τὴν ἀλλάξουν καὶ ποὺ τὴν ἔχουν καὶ οἱ ἄλλοι καλλιτέχνες: πρέπει δηλαδὴ νὰ δουλεύει ὅσο μπορεῖ καλύτερα τὸ ὑλικό του. Ἡ διαφορά του ἀπ’ τοὺς ἄλλους καλλιτέχνες εἶναι ὅτι τὸ ὑλικό του εἶναι ἡ γλῶσσα του: δὲ ζωγραφίζουμε ὅλοι μας, οὔτε εἴμαστε ὅλοι μουσικοί, ὅλοι μας ὅμως μιλᾶμε. Αὐτὸ γεννᾶ στὸ λογοτέχνη μιὰ εἰδικὴ εὐθύνη ἀπέναντι σὲ ὅσους μιλᾶνε τὴν ἴδια γλῶσσα, μιὰ εὐθύνη ποὺ δὲν τὴ συμμερίζονται ὅσοι δουλεύουν ἄλλες τέχνες. Ἀλλὰ γενικὰ οἱ εἰδικὲς εὐθύνες ποὺ ἐπωμίζεται σὲ κάθε περίσταση ὁ λογοτέχνης πρέπει νἄρχουνται σὲ δευτερότερη μοίρα ἀπὸ τὴ μόνιμην εὐθύνη ποὺ ἔχει σὰν τεχνίτης τοῦ λόγου. Δὲν εἶναι ὡστόσο κατὰ κανόνα ὁ λογοτέχνης ἀπορροφημένος ἀποκλειστικὰ μὲ τὴ δημιουργία ἔργων τέχνης. Ἔχει κι ἄλλα ἐνδιαφέροντα, ὅπως ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἐνδιαφέροντα ποὺ εἶναι πολὺ πιθανὸ νὰ ἀσκήσουν κάποια ἐπίδραση στὸ περιεχόμενο καὶ στὸ νόημα τῶν λογοτεχνικῶν του ἒργων. Ἔχει τὴν ἴδια εὐθύνη καὶ θὰ ἒπρεπε νὰ ἔχει καὶ τὸ ἴδιο ἐνδιαφέρον γιὰ τὴ μοίρα τῆς πατρίδας του καὶ γιὰ τὰ πολιτικὰ καὶ κοινωνικά της πράγματα ὅσο κάθε ἄλλος πολίτης· καὶ τίποτα δὲν ὑποχρεώνει τοὺς λογοτέχνες περισσότερο παρὰ τοὺς ἄλλους πολῖτες νὰ ὁμογνωμοῦν καὶ νὰ ὑποστηρίζουν τὴν ἴδια μερίδα καὶ τὸ ἴδιο πρόγραμμα στὰ ζητήματα αὐτά. Ὑπάρχουν ὡστόσο ὁρισμένα ζητήματα ποὺ ἀφοροῦν τὰ κοινά, ὅπου θὰ ἔπρεπε ὁ λογοτέχνης νὰ ἐκφράζει τὴ γνώμη του καὶ νὰ ἀσκεῖ τὴν ἐπιρροή του, ὄχι μόνο σὰν πολίτης, ἀλλὰ καὶ σὰν λογοτέχνης: καὶ νομίζω πὼς σὲ τέτοια ζητήματα οἱ λογοτέχνες, θὰ ἔπρεπε νὰ ὁμογνωμοῦν. Ἀναφέρω μερικὰ παρακάτω, χωρὶς καὶ νὰ περιμένω πὼς θὰ συμφωνήσουν ὅλοι οἱ λογοτέχνες μαζί μου: Ἂν περιοριζόμουν ὅμως σὲ διαπιστώσεις ποὺ θὰ μποροῦσαν ὅλοι οἱ λογοτέχνες, ὡς λογοτέχνες νὰ τὶς παραδεχτοῦν ἀμέσως, δὲν θἄλεγα παρὰ κοινοτοπίες.
Τὸν λογοτέχνη στὴν ὑπόστασή του δὲν τὸν ἀπασχολεῖ ὁ πολιτικὸς ἢ ὁ οἰκονομικὸς χάρτης τῆς Εὐρώπης, ἀλλὰ θὰ ἔπρεπε νὰ τὸν ἀπασχολεῖ ξεχωριστὰ ὁ πνευματικός της χάρτης. Τὸ πρόβλημα τοῦτο ποὺ ἀφορᾶ τὴ σχέση ἀνάμεσα στὶς διάφορες πνευματικὲς παραδόσεις καὶ γλῶσσες τῆς Εὐρώπης πρέπει νὰ τὸ ἀντικρύσει ὁ λογοτέχνης πρῶτα σὰν πρόβλημα τοῦ τόπου του: μ’ αὐτὸ τὸ πρῖσμα, τὰ ἐξωτερικὰ ζητήματα δὲν εἶναι παρὰ μιὰ προέκταση τῶν ἐσωτερικῶν ζητημάτων. Σχεδὸν κάθε χώρα ποὺ ἔχει ἀπὸ καιρὸ διαμορφωθεῖ εἶναι μιὰ σύνθεση ἀπὸ διάφορες τοπικὲς παραδόσεις πνευματικοῦ πολιτισμοῦ κι’ ὅταν ἀκόμα εἶναι φυλετικὰ ἀπόλυτα ὁμοιογενής, παρουσιάζει ἀπ’ τὴν ἀνατολὴ στὴ δύση καὶ συχνότερα ἀπ’ τὸ βοριὰ στὸ νοτιὰ διαφορὲς στὴ γλῶσσα, στὰ ἔθιμα, στὸν τρόπο ποὺ σκέπτεται καὶ αἰσθάνεται. Οἱ ξένοι φυσικὰ φαντάζουνται συνήθως πὼς μιὰ μικρὴ χώρα εἶναι πολὺ πιὸ ὁμοιόμορφη, ἀπ’ ὅ,τι εἶναι πραγματικά: καὶ μ’ ὅλο ποὺ ὁ μορφωμένος ξένος ξέρει πὼς ἡ Μεγάλη Βρετανία συγκεντρώνει στὴ μικρὴ περιοχή της διάφορες φυλὲς καὶ διάφορες γλῶσσες, ὑποτιμάει κάποτε τὴ σημασία καὶ τῶν προστριβῶν καὶ τῶν συχνὰ εὐτυχισμένων συνδυασμῶν τῶν διαφορετικῶν τύπων πρὸς ἕναν κοινὸ σκοπό. Εἶναι κοινοτοπία ὅτι ἡ βιομηχανοκρατία (ποὺ τὰ ὁλοκληρωτικὰ καθεστῶτα δὲν εἶναι παρὰ πολιτικὴ ἔκφρασή της) τείνει νὰ ἐξαφανίσει αὐτὲς τὶς διαφορές, νὰ ξεριζώσει τοὺς ἀνθρώπους ἀπ’ τὴ γῆ τῶν προγόνων, νὰ τοὺς συμφύρει σὲ μεγάλα βιομηχανικὰ καὶ ἐμπορικὰ κέντρα ἢ νὰ τοὺς σκορπίζει ἐδῶ καὶ κεῖ, καταπῶς ὑπαγορεύουν οἱ ἀνάγκες τῆς βιομηχανίας καὶ τῆς κατανομῆς. Ἀπὸ πολιτικὴ ἄποψη ἡ βιομηχανοκρατία τείνει νὰ συγκεντρώσει τὴ διεύθυνση τῶν ἐργασιῶν σὲ μιὰ μεγάλη μητρόπολη καὶ νὰ μειώσει, ἐλέγχοντάς το ἡ ἴδια, τὸ ἐνδιαφέρον πρὸς τὰ τοπικὰ ζητήματα ποὺ παρέχουν στὸν ἄνθρωπο τὴν πολιτική του πεῖρα καὶ τὴ συνείδηση τῆς εὐθύνης. Μιὰ διαμαρτυρία ἀπέναντι σ’ αὐτὴ τὴν τάση εἶναι ὁ «τοπικισμός», ὅπως ἐκφράζεται κάθε τόσο στὰ αἰτήματα τῆς Σκωτίας καὶ τῆς Οὐαλλίας γιὰ μεγαλύτερη τοπικὴν αὐτονομία.
Έκθετος στην κριτική των ιθαγενών Τιβ Τι γίνεται όταν μια κοινωνική ανθρωπολόγος -πιστεύει στην παγκοσμιότητα της κουλτούρας και για ν’ αποδείξει την ορθότητα της πίστης...
Μετάφραση: Γιώργος Σεφέρης, περ. Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, Μάιος 1945, αναδημ. στο περ. Εποπτεία, Ὀκτώβριος 1993. Εμφάσεις από την Εποπτεία. ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΠΡΩΤΑ νὰ ὁρίσω μὲ ποιὰ...
Garry Wills, “Love in the Lower Depths”, New York Review of Books, October 26, 1989. Μετάφραση: Ζηνοβία Δρακοπούλου, Εποπτεία, Οκτώβιος 1993. [εδώ δημοσιεύουμε χωρίς σημειώσεις...
Πρώτη δημοσίευση: Εποπτεία, Οκτώβριος 1991, με τίτλο Το άξιον συζητήσεως κώμα. Η ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ της νεοελληνικής κοινωνίας έχει ήδη αποκτήσει έναν όγκο, ίσως...