Τασούλα Καραϊσκάκη :

Τασούλα Καραϊσκάκη, Χωρίς κοινή αντίληψη για το κοινό συμφέρον

Τασούλα Καραϊσκάκη
Χωρίς κοινή αντίληψη για το κοινό συμφέρον


Eχουμε ευθύνη απέναντι στα κοινά πράγματα. Όμως δεν υπάρχει μια κοινή αντίληψη για το κοινό συμφέρον. Ένας κοινός πολιτικός λόγος για το πώς θα βαδίσουμε από δω και μπρος. Ενα στέρεο σχέδιο. Προχωράμε τσαπατσούλικα. Φοροεισπράττουμε άτσαλα αποκτώντας περισσότερους φοροφυγάδες. Βγαίνουμε από τα μνημόνια μπαίνοντας σε νέα. Καταστρώνουμε μετά κόπων ένα μεταρρυθμιστικό σχέδιο, που καταρρέει από πολιτικές παρεμβάσεις. Παλεύουμε να εμφανίσουμε πλεονάσματα κι ας μην έχουμε ενιαίους λογιστικούς κανόνες. Να ενισχύσουμε με προσωπικό κρατικές υπηρεσίες κι ας μην ξέρουμε ποιοι κρατικοί φορείς είναι παραγωγικοί και ποιοι όχι, ούτε καν ποιοι ακριβώς είναι. Κοπιάζουμε για τη δημοσιονομική ισορροπία, αφήνοντας ανέγγιχτα τα αίτια που οδήγησαν στην ανισορροπία. Εκσυγχρονίζουμε τη δημόσια διοίκηση με νέα οργανογράμματα και νέα συστήματα επιλογής προϊσταμένων και διατηρούμε το πελατειακό κράτος. Επιχειρούμε το επόμενο βήμα κουβαλώντας αγκάθια του χθες. Νομιμοποιούμε αμαρτήματα, κάτι που έχει χειρότερες επιπτώσεις στο σύνολο από ό,τι οι ευθείες εγκληματικές πράξεις.
Προφανώς έχουμε κάπως λησμονήσει, κυβερνώντες κι εμείς, τη σπουδαιότητα του κοινού συμφέροντος. Οτι τα κράτη μαραίνονται όταν το βάρος μετατοπίζεται από το κοινό συμφέρον, για το οποίο συστάθηκαν οι πολιτικές κοινωνίες, στο ατομικό. Το γνώριζαν στην αρχαία Αθήνα, στην αρχαία Ρώμη, στη Φλωρεντία της Αναγέννησης, στη Γαλλία μετά το 1789. «Αν πεις “κι εμένα τι με νοιάζει;” έβαλες το πρώτο λιθαράκι για την παρακμή», έλεγε ο Ρουσό. «Ιδιώτες» ονόμαζαν στην αρχαιότητα όσους αδιαφορούσαν για τα κοινά, ο όρος στην πορεία απέκτησε ονειδιστική σημασία και κατέληξε να σημαίνει τον απαίδευτο, τον ανόητο –τη συναντάμε με την έννοια αυτή σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες–, idiot (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά), idiota (ιταλικά και ισπανικά) κ.ά. Για τον Περικλή, άχρηστος, όχι φιλήσυχος ήταν όποιος αδιαφορούσε για το κοινωνικό συμφέρον. Οι αρχαίες ελληνικές πόλεις παρήκμασαν τον 4ο αι. π.Χ. λόγω αλλαγής νοοτροπίας. Ο Έλληνας του 5ου αι. ήταν πολίτης, εκείνος του 4ου., ιδιώτης. Όταν το όλο χάνεται είναι αδύνατο να μη χαθεί και το μέρος, έλεγε ο Αριστοτέλης.
Όμως εμείς, μέσα στην απεραντοσύνη των ατέλεστων πράξεων, επιμένουμε να συγκροτούμε μια αδρανή μάζα, αγνοώντας ότι το κοινωνείν παράγει αμοιβαία οφέλη. Να θεωρούμε δεδομένο ότι το κράτος θα καταλαμβάνουν πάντα τα κόμματα και η πολιτική θα εκφυλίζεται αδυνατώντας να μας υπηρετήσει όλους.
Δεν υπονοεί κανείς να γίνουμε όλοι «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος», Εντουαρντ Σνόουντεν, Τζούλιαν Ασάνζ, Ντάνιελ Ελσμπεργκ, Τσέλσι Μάνινγκ, Στεφανί Ζιμπό, Ερβέ Φαλσιανί, Αντουάν Ντελτούρ, που αποκάλυψαν σειρά παρανομιών, κερδίζοντας μαζί ένα φωτοστέφανο και ένα στίγμα – κατηγορήθηκαν για εγκληματικές πράξεις. Αλλά να αντιληφθούμε ότι όταν στερούμαστε πολιτικής και κοινωνικής θεμελίωσης, ανοίγουμε τον δρόμο της οπισθοδρόμησης προς τον λαϊκισμό ή τον ξέφρενο ατομισμό που τροφοδοτούν την ψύχωση και τη βία πάνω στους εαυτούς μας και στους άλλους. Η σχέση με τους άλλους, που δίνει νόημα στη ζωή, έγινε σχέση με τον εαυτό μας και τις προσωπικές μας βλέψεις. Υπάρχει η άποψη (Τουρέν) ότι οι αποφάσεις στο όνομα του κοινού συμφέροντος δεν λειτουργούν πια. Οτι οι θεσμοί από μόνοι τους, χωρίς τα δρώντα υποκείμενα που θα τους εμψυχώσουν, δεν αποδίδουν. Οτι μέσα από τα άτομα θα συντελεστεί η επιστροφή στα κοινά. Ο ατομικισμός του μοναδικού ενάντια στον ατομισμό του καθολικού…
Το βέβαιο είναι ότι ο ορθολογισμός στην εποχή μας δέχεται αφόρητες πιέσεις, ζούμε σε έναν κόσμο με μεγάλες αναντιστοιχίες. Η τελευταία τριετία επιβεβαίωσε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο ότι η εξουσία εγκλείει εκείνους που την κατέχουν, σε ένα σύμπαν διαχωρισμένο από την πραγματικότητα. Και η συνήθεια να ζουν υπεράνω, καταλήγει να διαστρέφει την αίσθηση που έχουν για τους άλλους, να τους αγγίζουν μόνο οι απειθείς προς το ουσιώδες ιδέες. Από εδώ ίσως πηγάζει αυτή η εξωπραγματική αλαζονεία, αυτή η τρομερή έλλειψη κοινής λογικής. Η οποία εγκαθιστά όλους μας στο τυχαίο – ή σε μια μοιραία γραμμή που τίποτα δεν χαλαρώνει την ακαμψία της…
Καθημερινή, 15.7.18

Read Previous

Άγγελος Τερζάκης, Ναύπλιο

Read Next

Νατάσα Κεσμέτη, Στά βράχια