Τα εκτενέστερα ελεγειακά ποιήματα παρουσιάζονταν ίσως κι αυτά σε δημόσιες εορτές. Έχει μάλιστα υποστηριχθεί πρόσφατα η άποψη ότι η απόδοση της ελεγειακής ποίησης γενικά —άλλη μια κύρια κατηγορία ποίησης— δεν γινόταν πρωτίστως σε κηδείες, αλλά σε συμπόσια και δημόσιες εορτές. Οι μαρτυρίες είναι αποσπασματικές και βασανιστικές, αλλά οφείλουμε τουλάχιστον να αναρωτηθούμε πού θα μπορούσαν να απαγγέλλονται τα εκτενέστερα ποιήματα που αναφέρονται στο μυθικό παρελθόν μιας πόλης — για παράδειγμα οι σκιώδεις Σμυρνείς του Μίμνερμου, που μιλούν για τη μυθική καταγωγή της Σμύρνης, ή το ποίημα του Ξενοφάνη για την ίδρυση του Κολοφώνος. Ο τοπικός πατριωτικός (και τοπικιστικός) χαρακτήρας τους θα ταίριαζε απόλυτα στις δημόσιες εορτές και τελετές, όπου συγκεντρωνόταν το σώμα των πολιτών. Φαίνεται όμως ότι και το συμπόσιο ήταν ένας σημαντικός χώρος για την παρουσίαση ελεγειακής ποίησης, καθώς και άλλων ειδών ποίησης — όχι αποκλειστικά των μάλλον τετριμμένων “συμποτικών τραγουδιών”, των “σκολίων”. Στα συμπόσια επίσης θα πραγματοποιούνταν νέες εκτελέσεις των ποιημάτων, καλλιεργώντας έτσι τη συνεχιζόμενη μετάδοσή τους σε ένα ζωντανό, μουσικό πλαίσιο.
Πού εκτελέστηκε αρχικά η Ευνομία του Τυρταίου; Το ποίημα αυτό του έβδομου αιώνα, κυρίως προέτρεπε για ηρωικούς αγώνες υπέρ της Σπάρτης, και θα πρέπει να απευθυνόταν στο σύνολο του σώματος των πολιτών. Γνωρίζουμε τουλάχιστον ότι η ποίησή του επιβίωσε για μεγάλο χρονικό διάστημα: σύμφωνα με μια μεταγενέστερη πηγή, ορισμένοι σπαρτιάτες οπλίτες, στη διάρκεια μιας εκστρατείας, προσκλήθηκαν στη σκηνή του βασιλιά για να ακούσουν τα ποιήματα του Τυρταίου, και τα τραγούδησαν οι ίδιοι μετά το δείπνο· πληροφορούμαστε επίσης για “εμβατήρια”, με τα οποία βημάτιζαν, καθώς φαίνεται, οι Σπαρτιάτες. Τα τραγουδούσαν ίσως επίσης σε δημόσιες εορτές και συμπόσια.
Το ποίημα του μεγάλου νομοθέτη της Αθήνας, του Σόλωνα, που προέτρεπε τους Αθηναίους σε πόλεμο για τη Σαλαμίνα στις αρχές του έκτου αιώνα, είχε παρομοίως πολιτικό μήνυμα, και ίσως απευθυνόταν στους συναθροισμένους στην εκκλησία του δήμου πολίτες: «Ήρθα κήρυκας από την ποθητή Σαλαμίνα ο ίδιος, απαγγέλλοντας όμορφο τραγούδι αντί να βγάλω λόγο». Θα θέλαμε πάρα πολύ να ξέρουμε με ποια ευκαιρία και σε ποιο κοινό απήγγειλε ο Σόλων τα ποιήματα με τα οποία δικαιολόγησε τις ριζοσπαστικές του μεταρρυθμίσεις — ο Διογένης Λαέρτιος, η μοναδική πηγή που τα εντάσσει σε κάποιο πλαίσιο, τον φαντάζεται να ορμά στην αγορά για να τα απαγγείλει μπροστά στους πολίτες (1.49), αλλά ίσως να πρόκειται για καθαρή φαντασία. Όποια κι αν είναι η απάντηση, επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε τον Σόλωνα, καθώς επίσης και τον τρόπο άσκησης της αθηναϊκής πολιτικής της εποχής. Δυστυχώς πολλές από τις ερωτήσεις αυτές, που είναι τόσο εύκολες στην περίπτωση των ζωντανών παραστάσεων, είναι εξαιρετικά δύσκολο να απαντηθούν μοναχά από γραπτές πηγές και αρχαίες μαρτυρίες. Χρειάζεται όμως να το προσπαθήσουμε, και μολονότι, κατά ειρωνικό τρόπο, η πλευρά αυτή της ελληνικής λογοτεχνίας έχει υπογραμμιστεί κυρίως από όσους ενδιαφέρονται για την προφορική ποίηση, στην πραγματικότητα τους ενδιαφέρει όλους. Πολύ περισσότερο έχει προσεχθεί η παράσταση και η εμφάνιση της ελληνικής τραγωδίας, που παίζεται ακόμα σήμερα: ίσως θα έπρεπε να στραφούμε τώρα στις σημερινές αποδόσεις και άλλων ελληνικών ποιημάτων, πέρα από την τραγωδία.
Σε κάθε μελέτη της προφορικής και της γραπτής διαφύλαξης των ποιημάτων προβάλλει ένα ακόμα ερώτημα: πρόκειται για το βαθμό στον οποίο επαναλαμβάνονταν οι εκτελέσεις τους, μετά την αρχική ευκαιρία. Το ερώτημα αυτό εγείρει με οξύ τρόπο αρκετά προβλήματα που σχετίζονται άμεσα με τη συζήτηση μας. Όπως καθίσταται αρκετά σαφές από αρχαίες πηγές, η αρχαϊκή ποίηση εξακολούθησε να παριστάνεται μέχρι και τον τέταρτο αιώνα, αλλά και αργότερα — και η απόδοση της γινόταν μαζί με τη μουσική, και με συνοδεία χορού. Οι συγγραφείς της αρχαιότητας πιστεύουν σαφώς ότι και στις μετέπειτα παραστάσεις τα λόγια του ποιήματος συνοδεύονταν από την αυθεντική τους μουσική. Είναι ωστόσο σχεδόν βέβαιο ότι πριν από τον ύστερο τέταρτο αιώνα δεν είχε ακόμα επινοηθεί η μουσική σημειογραφία, ενώ σε κάθε περίπτωση η οιαδήποτε σημειογραφία, όταν καταγραφόταν, ήταν πολύ χονδροειδής. Πώς θα μπορούσαν λοιπόν να γνωρίζουν την αυθεντική μουσική, για παράδειγμα, της Σαπφώς; Όπως έχει υποδείξει ο Herington, ίσως θα πρέπει να φανταστούμε τη μετάδοση της μουσικής και χορικής συνοδείας της ποίησης αποκλειστικά μέσα από την εκτέλεση: δηλαδή, η μετάδοση των στίχων γινόταν με τη βοήθεια γραπτών κειμένων, ενώ τα υπόλοιπα διασώζονταν αποκλειστικά μέσα από τη συνέχεια των εκτελέσεων, τη διδασκαλία της μιας γενεάς από την άλλη. Αν αυτό είναι σωστό, τότε εδώ έχουμε ένα στοιχείο προφορικής μετάδοσης που συνεχίζεται παράλληλα με την ύπαρξη ενός γραπτού κειμένου, μέχρι και τον τέταρτο αιώνα, πολύ καιρό μετά την καταγραφή των λέξεων. Είναι αλήθεια ότι οι μαθητές μαθαίνουν την απαγγελία και τη μουσική της ποίησης που διαβάζουν στο σχολείο, καθώς η ποίηση είναι αδιαχώριστη από τη μουσική, ενώ το μέτρο του στίχου θα περιόριζε αλλά και θα υποβοηθούσε την επανάληψη. Δεν θα ήταν όμως εύλογο να περιμένουμε απολύτως ακριβή μετάδοση της μουσικής με αυτό τον τρόπο. Δεν έχουμε παρά να προσέξουμε τον σύγχρονο τρόπο “αυθεντικής” εκτέλεσης έργων μπαρόκ ή πρώιμης μουσικής, για να αντιληφθούμε πώς, ακόμα και με τη λεπτομερή μουσική σημειογραφία, η εκτέλεση της μουσικής επηρεάζεται αναπόφευκτα από τον εκάστοτε συρμό και το γούστο. Μπορούμε να αναρωτηθούμε αν η μετάδοση του ελληνικού χορού και της μουσικής ήταν εξίσου επιρρεπής σε αλλαγές, έστω κι αν οι εκτελεστές δεν είχαν συνείδηση αυτών των αλλαγών.
Η απόδοση της ποίησης σταμάτησε να είναι τόσο σημαντική στη ζωή των Ελλήνων κατά τον ύστερο πέμπτο και τον τέταρτο αιώνα. Αλλά γιατί να περιορίσουμε την αναζήτηση της απαγγελίας ή της προφορικότητας στη σφαίρα της ποίησης, ή να σταματήσουμε στον Ηρόδοτο; Οι ιστορικοί συνήθιζαν να κοινοποιούν τα έργα τους με αναγνώσεις ή απαγγελίες και, όπως έχει σημειώσει ο Momigliano, οι σχετικές μαρτυρίες πληθαίνουν μετά τον πέμπτο αιώνα — η δημόσια παρουσίαση σίγουρα δεν σταμάτησε με τον Ηρόδοτο. Δεν υπήρξε απλή μετάβαση από έναν “πολιτισμό της ποίησης” σε έναν “πολιτισμό του βιβλίου”. Ο Πλάτων εξακολουθεί, καθώς φαίνεται, να εξισώνει στους Νόμους τον απαίδευτο με τον “αχόρευτο”, αυτόν που δεν είχε εκπαιδευτεί στην όρχηση και το χορό (654a). Η τέχνη της ρητορικής, που ήταν κατ’ εξοχήν θεατρική, μόλις που άρχισε να τυποποιείται κατά το τελευταίο τρίτο του πέμπτου αιώνα, και αναπτύχθηκε ακριβώς τη στιγμή που οι μηχανισμοί της άμεσης δημοκρατίας στην Αθήνα απαιτούσαν περισσότερο από ποτέ την ικανότητα των πολιτικών να πείθουν. Υπάρχουν μαρτυρίες για τον τρόπο και τη σημασία των ρητορικών απαγγελιών κατά τον πέμπτο και τον τέταρτο αιώνα, παρ’ όλο που δεν έχουν τραβήξει σχεδόν καθόλου την προσοχή των μελετητών. Ακόμα και στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η ελληνική ρητορική και “αγόρευση” έφθασαν σε πολύ υψηλότερα επίπεδα επεξεργασίας, με χαρακτηριστικές τεχνικές παρουσίασης, χειρονομίες, ειδική απόδοση, ακόμα και ενδυμασία. Όλα αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν επίσης ως τυπικές ελληνικές εκδηλώσεις προφορικότητας, και να μην απορριφθούν ως παρηκμασμένοι αρχαϊσμοί μιας τέχνης που δεν είχε πλέον νόημα.
Ἀπὸ Δοκιμές, ἐκδ. Ίκαρος Αθήνα 2003 [οι εμφάσεις είναι από την Άμπελο] […] Ἕνας ἀρχαῖος συγγραφέας ἐπαινεῖ τὸν Πεισίστρατο ἐπειδὴ ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ ἔδειξε...
Από περιοδικό «Εποπτεία», Αύγουστος 1980, σελ. 765-767. Μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης [Ο κόπος της μετάφρασης (μ΄άλλα λόγια ο κόπος να συμφιλιωθεί ένα απειθάρχητο δευτερογενές υλικό με...
Το Βήμα, Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2008 Και να θες κάποτε, δεν μπορείς εύκολα να σταματήσεις, οπότε η συνέχεια γίνεται υποχρεωτική. Στην προκείμενη περίπτωση παρατείνεται πρώτα...
Ἀπὸ τὸ ὁμότιτλο ἔργο, ἐκδ. Δωδώνη, Ἀθήνα 1973 Η επιτύμβια στήλη Γραφή πριν τον Όμηρο Η ενεπίγραφη στήλη Ομηρικά επιγράμματα Η αθανασία του ονόματος –...
Από το «Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, από τις Αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα» επιστημονική επιμέλεια Α.-Φ. Χρηστίδης. εκδ. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ιδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], 2007....
Το Βήμα, 21 Δεκεμβρίου 2008 Επισημείωση στην πρόσφατη σειρά των επιφυλλίδων μου με θέμα την οργανική μορφή του έργου τέχνης και τη σημερινή αμφισβήτησή της...
από το βιβλίο: ‘Ομηρος, o θεμελιωτής της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας’. Μετάφραση Εβίνα Σιστάκου, Επιμ. Αντώνης Ρεγκάκος. Εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000 (όπου και οι παραπομπές) Η...