Η πολύχρωμη σκέψη
Ο Οδυσσέας και η Οδύσσεια
Μετάφραση Δημήτρης Αρβανιτάκης, εκδ. Ωκεανίδα, Αθήνα 2005
Ταξίδι στον Άδη
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ στον Άδη ετοιμάστηκε από τους θεούς κρυφά, στα βάθη της Οδύσσειας, ενώ ο Οδυσσέας και οι αναγνώστες αγνοούσαν τι συνέβαινε. Η απόφαση ανήκει στον Δία, η Περσεφόνη συγκατανεύει, αφού στέλνει μέχρι τον λάκκο, ο οποίος είναι γεμάτος αίμα, τον χορό των αρχαίων ηρωίδων, και η Κίρκη συμβουλεύει και καθοδηγεί, έστω και από απόσταση.(63) Οι θεοί αποφασίζουν να αποκαλύψουν στον Οδυσσέα το πεπρωμένο του, να του δείξουν το βασίλειο του θανάτου και μέσα απ’ αυτόν, να το αποκαλύψουν στον «δεύτερο Όμηρο» και σ’ όλους εμάς.
Ενώ αναχωρεί για τον Άδη, ο Οδυσσέας κλαίει και θέλει να πεθάνει, γιατί είναι ο πρώτος άνθρωπος που κάνει το ταξίδι στο βασίλειο των νεκρών. Όταν επιστρέφει, η Κίρκη τον στεφανώνει μ’ έναν θριαμβικό χαιρετισμό:
Παράτολμοι,εσείς που ζώντες κατεβήκατε στον Αδη·
οι πεθαμένοι δυο φορές, όταν οι άλλοι μια φορά
πεθαίνουν.(64)
Κατά πάσα πιθανότητα η Κίρκη ψεύδεται. Γνωρίζει πολύ καλά ότι πριν από τον Οδυσσέα δύο άλλοι ήρωες είχαν κατέβει στον Άδη: ο Πειρίθους και ο Θησέας. Ο Πειρίθους ήθελε να παντρευτεί την Περσεφόνη και ο Θησέας τον συνόδευσε ως εκεί. Και οι δύο έφτασαν στα βάθη του Άδη και έλαβαν μέρος σ’ ένα συμπόσιο, ως φιλοξενούμενοι, μαζί με τους θεούς του σκότους. Αλλά τους εξαπάτησαν: ο Άδης τους έβαλε να καθίσουν στον θρόνο της Λησμονιάς (μια λέξη που ο Οδυσσέας θα αγαπούσε), όπου οι δύο ήρωες έμειναν «κολλημένοι, δεμένοι με οφιοειδή δεσμά». Ο Πειρίθους έμεινε φυλακισμένος για πάντα στον Άδη και στη Λησμονιά, ενώ ο Ηρακλής ξύπνησε τον Θησέα από τη λήθη και τον οδήγησε στην Αθήνα.(65)
Ένας ακόμη ήρωας κατέβηκε στον Άδη πριν από τον Οδυσσέα, ο Ηρακλής, αλλά αυτός, στην Οδύσσεια, είναι ταυτοχρόνως χθόνια και θεϊκή μορφή του Ολύμπου. Τον είχαν συνοδεύσει η Αθηνά και ο Ερμής κι έπρεπε να ελευθερώσει τον Θησέα και να δαμάσει τον Κέρβερο. Θύμα της ύβρεώς του, εισέβαλε βίαια στον Άδη με το σπαθί υψωμένο ενάντια στο φάσμα της Γοργούς, παραβιάζοντας τα μυστικά του σκότους. Ξύπνησε τον Θησέα και νίκησε τον Κέρβερο. Και στην Οδύσσεια επίσης, ο Ηρακλής κυριεύεται από ασυγκράτητη βία. Όπως ο Απόλλωνας στην αρχή της Ιλιάδας, είναι «όμοιος με τη νύχτα»: σφίγγει το τόξο με το βέλος στη χορδή, φέρει στο στήθος του χρυσή ταινία στολισμένη με σκηνές θηρίων και φόνων, και τριγυρίζεται από ένα μονότονο σκούξιμο τρομαγμένων ίσκιων.(66)
Το ταξίδι του Οδυσσέα είναι σύντομο. Σε λίγες ώρες, το καράβι αφήνει τις ακρότατες ανατολικές θάλασσες, μπαίνει στον Ωκεανό, περιπλέει το βόρειο τμήμα της σφαίρας και το βράδυ φτάνει στον Άδη.(67) Σχεδόν ολόκληρο το ταξίδι γίνεται κάτω από το προστατευτικό σημείο του Ωκεανού: ο μέγας ποταμός, όμοιος με φίδι ουροβόρο (ouro–boros), που τυλίγει τη γη με την ασταμάτητη ροή του και την ποτίζει με τα νερά του. Έχει την αρετή της ζωής και της αιώνιας γονιμότητας. Κάθε βράδυ ο ήλιος πέφτει εκεί και κάθε αυγή ξαναβγαίνει, εκεί υψώνονται τα Ηλύσια Πεδία, η χώρα των Εσπερίδων και οι χώρες των Αιθιόπων, όπου ο Ωκεανός στέλνει τους ανέμους και τις γονιμοποιητικές πνοές και κάνει να φυτρώσει μια πλούσια χλωρίδα. Μέσα από υπόγειες διαδρομές, τα νερά του τροφοδοτούν τις πηγές και τα ποτάμια, ταΐζουν τη γη, μας εξαγνίζουν και μας βαφτίζουν στην αρχέγονη ουσία. Και η αμβροσία ακόμη, η τροφή των θεών, προέρχεται από τον Ωκεανό και τα περιστέρια τη μεταφέρουν με το ράμφος τους στον Δία, προσφέροντας στους θεούς την αθανασία.(68)
Ο Οδυσσέας διατρέχει τον Ωκεανό και ενδεχομένως διακρίνει από μακριά τα Ηλύσια Πεδία, την εικόνα της ευτυχισμένης ύπαρξης, απ’ την οποία εκείνος βρίσκεται τόσο μακριά. Διασχίζοντας τα νερά της αιώνιας γονιμότητας, φτάνει στο αντίθετό τους, στον Άδη, τον τόπο της στειρότητας και του απόλυτου θανάτου. Κατά τη δύση, το καράβι προσεγγίζει τη χώρα των Κιμμερίων, τυλιγμένη στην ομίχλη και στα αδιαπέραστα σύννεφα, όπου ο ήλιος δεν διεισδύει ποτέ. Ο Οδυσσέας άγγιξε το βασίλειο του «ολέθριου σκότους»(69) και μένει εκεί για μια νύχτα. Όταν πλησιάζει στον Άδη, καμιά φωτιά, κανένα φως δεν τον φωτίζει: βασιλεύει η έντονη μυρωδιά των φασμάτων και δεν αντιλαμβάνεται, δεν βλέπει τίποτε – ούτε τον Τειρεσία ούτε τη μάνα του, ούτε τον Αχιλλέα, τον Μίνωα ή τον Ωρίωνα, που βρίσκονται πιο πέρα. Μονό η αγάπη του Ομήρου για την αναληθοφάνεια του επιτρέπει να δει τα φάσματα και να μας μιλήσει γι’ αυτά.
Ταξίδι στη Νέκυια Η εικαστική της πραγμάτωση στον Πολύγνωτο και τον Μπότσογλου Αθήνα 2010 Εισαγωγή Η ψυχή σαν τ’ όνειρο φτερουγίζει και φεύγει αλλά στρέψε...
Ἀπὸ περ. ΕΠΟΠΤΕΙΑ, τεῦχος 51, Αθῆναι 1980 [στη φωτογραφία ο ποιητής με τον Παν. και τη Ζηνοβία Δρακοπούλου] Τὸ βράδυ ἐκεῖνο ἦταν βαρὺ ζεστὸ...
Ἀπὸ περ. ΕΠΟΠΤΕΙΑ, τεῦχος 51, Αθῆναι 1980 Ἐλπήνορ πῶς ἦλθες… ΟΜΗΡΟΣ Τοπίο θανάτου. Ἡ πετρωμένη θάλασσα, τὰ μαῦρα κυπαρίσσια, τὸ χαμηλὸ ἀκρογιάλι ρημαγμένο...
[Από το Parables, μτφρ. Willa και Edwin Muir, Schocken Books Inc, 1946] Απόδειξη ότι ανεπαρκή ή και παιδιάστικα τεχνάσματα μπορεί να σώσουν κάποιον από τον...
Άπο το James Joyce and the Making of Ulysses, University of Indiana Press, 1960 Τον Τζόυς τον συνάντησα ξανά, κατά τύχη αυτή τη φορά, λίγο...
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ Ὁ ἡδονικός ἑλπήνωρ Άπὸ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ἐκδ. ΙΚΑΡΟΣ, Ἀθήνα 2000 […] —Τ’ ἀγάλματα εἶναι στὸ μουσεῖο. —Ὄχι, σὲ κυνηγοῦν, πῶς δὲν τὸ βλέπεις; θέλω...
Στήν Έλλη, Χριστούγεννα 1931 Άπό Ποιήματα, έκδ. ΙΚΑΡΟΣ, 20η ἔκδ,, Άθῆναι 2000 Εὐτυχισμένος ποὺ ἔκανε τὸ ταξίδι τοῦ Ὀδυσσέα. Εὐτυχισμένος ἂν στὸ ξεκίνημα, ἔνιωθε γερὴ...