Άπο το James Joyce and the Making of Ulysses, University of Indiana Press, 1960
Τον Τζόυς τον συνάντησα ξανά, κατά τύχη αυτή τη φορά, λίγο μετά τη συνάντησή μας στην πανσιόν του Τέηλορ, και κάναμε περίπατο κάτω από τα δέντρα στην Ούτοκε, από την πλατεία Μπελβύ προς το ακρωτήριο Τσίριχορν. Αριστερά μας ορθώνονταν τα αστικά σπίτια της Ζυρίχης, δεξιά μας ανοιγόταν η λίμνη και απέναντι οι πράσινες πλαγιές και οι κομψές καμπύλες της κορυφογραμμής του Ίτλιμπεργκ.
«Γράφω ένα βιβλίο», είπε ο Τζόυς, «βασισμένο στις περιπλανήσεις του Οδυσσέα. Η Οδύσσεια δηλαδή είναι άς πούμε η κάτοψή μου. Μόνο που ο καιρός μου είναι πιο πρόσφατος κι οι περιπλανήσεις του ήρωά μου δεν κρατάνε πάνω από δεκαοχτώ ώρες».
Έκανα διάφορους συνειρμούς, αλλά δεν πήραν μορφή αρκετά σαφή ώστε να κάνω κάποιο σχόλιο. Μ’ αυτούς έγραψα σιωπηλά το σχήμα της κορυφογραμμής του Ίτλιμπεργκ και των λόφων Άλμπις. Για μένα η Οδύσσεια ήταν απλώς ένα μεγάλο ποίημα που θα το εικονογραφούσε κάποιο μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας. Έβλεπα μπροστά μου τους Έλληνες ήρωες, ζωγραφισμένους με ακουαρέλες, σε ένα ανοιχτό βιβλίο στη βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου στην Όξφορντ Στρήτ.
Ο Τζόυς μίλησε πάλι πιό ζωηρά:
«Φαίνεσαι πολύ διαβασμένος, κύριε Μπάτζεν. Μήπως έχεις ακουστά κανέναν ολοκληρωμένο, πλήρη χαρακτήρα από οποιονδήποτε
συγγραφέα;»
Με ξαφνικό ενδιαφέρον έφερα στη μνήμη μου πλήθος ολόκληρο φανταστικών προσώπων. Από τους λογοτέχνες ίσως ο Μπαλζάκ να έχει κάποιον; Όχι. Ο Φλωμπέρ; Όχι. Μήπως ο Ντοστογιέφσκι κι ο Τολστόι; Οι χαρακτήρες τους είναι υπέροχοι αλλά όχι πλήρεις. Ο Σαίξπηρ σίγουρα. Αλλά και πάλι, όχι. Τα φώτα της ράμπας, η αψίδα του προσκηνίου, η θανάσιμη αυλαία δεν υπάρχουν για να μας παρουσιάζουν ολοκληρωμένα, πλήρη όντα, αλλά για να μας δίνουν τρεις ώρες παθιασμένης σύγκρουσης. Κατέληξα στον Γκαίτε.
«Τι λες για τον Φάουστ;» είπα. Κι έπειτα, σαν δεύτερη επιλογή, «Ή τον Άμλετ;»
«Ο Φάουστ!» είπε ο Τζόυς. «Όχι απλώς δεν είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος, δεν είναι καν άνθρωπος. Τι είναι, γέρος ή νέος; Πού είναι το σπίτι και η οικογένεια του; Δεν ξέρουμε. Και δεν μπορεί να είναι ολοκληρωμένος γιατί δέν είναι ποτέ μόνος του. Πάντα βρίσκεται στο πλευρό ή στα πόδια του ο Μεφιστοφελής. Απλώς τον βλέπουμε πολύ, αυτό ειν’ όλο».
Ήταν εύκολο να δω την απάντηση που είχε ο Τζόυς στό μυαλό του.
«Ο δικός σου ολοκληρωμένος άνθρωπος στη λογοτεχνία είναι, να υποθέσω, ο Οδυσσέας;»
«Ναι», είπε ο Τζόυς. «Ο δίχως ηλικία Φάουστ δεν είναι άνθρωπος. Όμως ανέφερες τον Άμλετ. Ό Άμλετ είναι άνθρωπος, αλλά είναι μόνο γιος. Ο Οδυσσέας είναι γιός για τον Λαέρτη, αλλά πατέρας για τον Τηλέμαχο, σύζυγος για την Πηνελόπη, εραστής της Καλυψώς, συμπολεμιστής των Ελλήνων στην Τροία και βασιλιάς της Ιθάκης. Πέρασε πολλές δοκιμασίες, αλλά με το κουράγιο και τη σοφία του τίς ξεπέρασε όλες. Μην ξεχνάς ότι ήταν φυγοπόλεμος και προσπάθησε να αποφύγει τον πόλεμο κάνοντας τον τρελό. Ίσως να μην είχε πιάσει ποτέ όπλο να πάει στην Τροία, αλλά ο Έλληνας στρατολόγος ήταν πιο έξυπνος από αυτόν κι εκεί που όργωνε την άμμο του έβαλε τόν μικρό Τηλέμαχο μπροστά στο αλέτρι. Μόλις όμως πήγε στον πόλεμο ο αντιρρησίας συνείδησης έγινε jusqu’au-boutist. Όταν οι υπόλοιποι ήθελαν να εγκαταλείψουν την πολιορκία, εκείνος επέμεινε να μείνουν ώσπου νά πέσει ή Τροία».
Γέλασα με το χαρακτηρισμό του Οδυσσέα ως λουφαδόρου κι ο Τζόυς συνέχισε.
«Και κάτι ακόμα: η ιστορία του Οδυσσέα δεν τελείωσε με το τέλος του τρωικού πολέμου. Ξεκίνησε ακριβώς τότε που οι άλλοι Έλληνες ήρωες επέστρεψαν για να ζήσουν την υπόλοιπη ζωή τους με ειρήνη. Κι ύστερα» -γέλασε ο Τζόυς- «ήταν ο πρώτος τζέντλεμαν της Ευρώπης. Όταν πήγε να συναντήσει τη νεαρή πριγκίπισσα έκρυψε από τα παρθενικά μάτια της τα επίμαχα σημεία στο ποτισμένο από την αλμύρα και σκεπασμένο από πεταλίδες σώμα του. Και ήταν και εφευρέτης. Τα τανκ είναι δική του επινόηση. Τι Δούρειος Ίππος, τι μεταλλικό κουτί˙ το ίδιο κάνει. Είναι καί τά δυό κελύφη πού κουβαλάνε οπλισμένους στρατιώτες».
Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Ο εφευρέτης του τανκ συνάντησε τόν δικό του Αΐαντα στό Υπουργείο Πολέμου με τη μορφή του λόρδου Κίτσενερ.
Ταξίδι στη Νέκυια Η εικαστική της πραγμάτωση στον Πολύγνωτο και τον Μπότσογλου Αθήνα 2010 Εισαγωγή Η ψυχή σαν τ’ όνειρο φτερουγίζει και φεύγει αλλά στρέψε...
Ἀπὸ περ. ΕΠΟΠΤΕΙΑ, τεῦχος 51, Αθῆναι 1980 [στη φωτογραφία ο ποιητής με τον Παν. και τη Ζηνοβία Δρακοπούλου] Τὸ βράδυ ἐκεῖνο ἦταν βαρὺ ζεστὸ...
Ἀπὸ περ. ΕΠΟΠΤΕΙΑ, τεῦχος 51, Αθῆναι 1980 Ἐλπήνορ πῶς ἦλθες… ΟΜΗΡΟΣ Τοπίο θανάτου. Ἡ πετρωμένη θάλασσα, τὰ μαῦρα κυπαρίσσια, τὸ χαμηλὸ ἀκρογιάλι ρημαγμένο...
[Από το Parables, μτφρ. Willa και Edwin Muir, Schocken Books Inc, 1946] Απόδειξη ότι ανεπαρκή ή και παιδιάστικα τεχνάσματα μπορεί να σώσουν κάποιον από τον...
Άπο το James Joyce and the Making of Ulysses, University of Indiana Press, 1960 Τον Τζόυς τον συνάντησα ξανά, κατά τύχη αυτή τη φορά, λίγο...
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ Ὁ ἡδονικός ἑλπήνωρ Άπὸ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ἐκδ. ΙΚΑΡΟΣ, Ἀθήνα 2000 […] —Τ’ ἀγάλματα εἶναι στὸ μουσεῖο. —Ὄχι, σὲ κυνηγοῦν, πῶς δὲν τὸ βλέπεις; θέλω...
Στήν Έλλη, Χριστούγεννα 1931 Άπό Ποιήματα, έκδ. ΙΚΑΡΟΣ, 20η ἔκδ,, Άθῆναι 2000 Εὐτυχισμένος ποὺ ἔκανε τὸ ταξίδι τοῦ Ὀδυσσέα. Εὐτυχισμένος ἂν στὸ ξεκίνημα, ἔνιωθε γερὴ...