Πλάτων
Φαίδων [107c -108c]
Ωστόσο, είπε [ο Σωκράτης], είναι σωστό να συλλογιζόσαστε και τούτο· πως αν η ψυχή είναι αλήθεια αθάνατη, έχει ανάγκη από φροντίδα, όχι μόνο σ᾽ αυτό το διάστημα που τ᾽ ονομάζουμε ζωή αλλά σ᾽ ολόκληρο τον καιρό· και ο κίνδυνος θα φαίνουνταν από τώρα τρομερός για εκείνον που θα την αμελούσε. Γιατί αν είναι ο θάνατος απαλλαγή από τα πάντα, θα ήταν τύχη αναπάντεχη για τους κακούς, σαν πεθάνουν ν᾽ απαλλαγούν και από το σώμα τους και από την κακία τους συνάμα και από την ψυχή τους. Αφού όμως τώρα είναι φανερό πως είναι αθάνατη, δεν υπάρχει γι᾽ αυτήν άλλος τρόπος ν᾽ αποφύγει τα δεινά, ούτε σωτηρία, παρά να γίνει όσο μπορεί καλύτερη και πιο φρόνιμη. Η ψυχή δεν έχει τίποτε μαζί της πηγαίνοντας στον Άδη, παρά μονάχα την παιδεία της και τον τρόπο της ζωής που έκανε· αυτά ακριβώς, καθώς λένε, που ωφελούν ή βλάπτουν τον αποθαμένο, μόλις αρχίσει την πορεία του κατά κει.
Συνηθίζουν λοιπόν να λένε πως όταν κανείς πεθάνει, ο δαίμων του καθενός, αυτός που τον φροντίζει και ζωντανό, τον παίρνει και τον οδηγεί σε κάποιον τόπο, εκεί που συναθροίζονται οι νεκροί για να κριθούν κι έπειτα να αρχίσουν την πορεία τους στον Άδη με οδηγό εκείνον που έχει προσταχτεί να τους οδηγήσει. Κι αφού λάβουν την τύχη που είναι να λάβουν και μείνουν το διάστημα που πρέπει, άλλος οδηγός τους φέρνει πάλι εδώ, έπειτα από πολλά και μεγάλα γυρίσματα του καιρού. Αυτή η πορεία δεν είναι λοιπόν, όπως την παρουσιάζει ο Τήλεφος του Αισχύλου· γιατί εκείνος λέει πως ο δρόμος που μας φέρνει στον Άδη είναι απλός, ενώ δεν είναι μήτε απλός μήτε μοναδικός καθώς μου φαίνεται· αν ήταν έτσι δεν θα χρειάζονταν οδηγός· ούτε θα τον έχανε κανείς αν ήταν ένας και μόνο. Αλλά μοιάζει να έχει πολλά παρακλάδια και σταυροδρόμια καθώς απεικάζω από τις παραδομένες συνήθειες της λατρείας μας. Λοιπόν η σωστή και φρόνιμη ψυχή συμμορφώνεται και δεν αγνοεί αυτά που της συμβαίνουν· αλλά εκείνη που οι επιθυμίες τη δένουν με το σώμα, όπως έλεγα στην αρχή, εκείνη που το σώμα και ο ορατός τόπος τη γεμίζουν τρόμους με πολλές αντιστάσεις και πολλά παθήματα, καταναγκαστικά και δύσκολα, πηγαίνει καθώς την οδηγεί ο προσταγμένος δαίμων. Κι όταν φτάσει όπου και οι άλλες, η ακάθαρτη, αυτή που έπραξε κάτι μιαρό, άδικους φόνους ή άλλα τέτοια που μοιάζουν σαν αδέρφια μ᾽ αυτές τις πράξεις ή με πράξεις που κατεργάστηκαν αδερφές ψυχές- αυτή την ψυχή, όλοι την αποφεύγουν, όλοι αποτραβιούνται από κοντά της και κανείς δε θέλει να γίνει σύντροφος ή οδηγός της· κι αυτή περιπλανιέται ολωσδιόλου χαμένη, ώσπου να περάσουν κάποιοι καιροί, και τότε η ανάγκη τη φέρνει στην κατοικία που της πρέπει. Αλλά η ψυχή που πέρασε τη ζωή της καθαρά και μετρημένα και βρήκε θεούς για συντρόφους και οδηγούς στο δρόμο της, κατοικεί αμέσως στον τόπο που της πρέπει.
(μετάφραση Γιώργος Σεφέρης, Μεταγραφές)
Ελένη Λαδιά
Το Αγιόφυλλο
Μου έδειξε όμως ένα τρομερό συμβάν στο κέντρο ενός μακρινού γαλαξία: ήταν η στιγμή όπου μια μαύρη τρύπα καταβρόχθιζε ένα γέρικο άστρο. Κοκκάλωσα από ένα μαγευτικό τρόμο. Γνώριζα πως η μαύρη τρύπα είναι μια περιοχή του χώρου ανεπίστρεπτη. Ό,τι πέφτει εντός της χάνεται. Δεν επιστρέφει ποτέ, δια παντός εξαφανίζεται. Καμμία πληροφορία γι αυτό. Η δύναμη της βαρύτητας που διαθέτει είναι τεράστια. Κι ώ Θεέ μου, μια οποιαδήποτε μαύρη τρύπα είναι το σημείο του διαστήματος όπου κάποτε, σ΄ένα απροσδιόριστο παρελθόν, υπήρχε ο πυρήνας ενός γιγάντιου άστρου. Σκέφθηκα πως είχε τη μοίρα της Περσεφόνης, η οποία προτού γίνει μορφή του θανάτου, είχε η ίδια πρώτα πεθάνει, όπως ακριβώς ο πυρήνας του άστρου πριν μεταμορφωθεί σε μαύρη τρύπα. Άρα, ο Θάνατος γνώρισε τον Θάνατο προτού γίνει Θάνατος.
(Το άγιο περιστέρι και ο Κορυδαλλός οδύνης)
Ανρύ Μισώ
Δεν μπορώ να σας αφήσω με μιαν αμφιβολία, συνεχίζει, με τον κλονισμό της εμπιστοσύνης σας. Θέλω να σας ξαναμιλήσω για τη θάλασσα. Αλλά μένει η απορία. Τα ποτάμια προχωρούν∙ εκείνη όχι. Ακούστε, μη θυμώνετε, σας τ’ ορκίζομαι, δε σκέπτομαι να σας γελάσω. Τέτοια είναι. Όσο και ν’ αναταράζεται, σταματά μπρος σε μια χούφτα άμμο. Μια μεγάλη αναποφάσιστη. Σίγουρα θα ήθελε να προχωρήσει, αλλά να που δε γίνεται.
Αργότερα ίσως, μια μέρα, θα προχωρήσει.
Νατάσα Κεσμέτη
Τον διώχνανε
Γιὰ κάμποσα χρόνια, καὶ μάλιστα τὰ πιὸ κρίσιμα, τὸν Φύλακα τὸν διώχνανε ἀπὸ παντοῦ. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια διώχνανε τοὺς δικούς του, χωρὶς νὰ κάνουν ἐξαίρεση γι’ αὐτόν. Ὅλοι στὴν οἰκογένειά του ἦσαν κουραστικοὶ καὶ ἀνεπιθύμητοι ἄνθρωποι. Ὁ Φύλακας ἔκανε ὅ,τι περνοῦσε ἀπὸ τὸ χέρι του νὰ ἱκανοποιεῖ συγγενεῖς καὶ ξένους ἔτσι ποὺ νὰ καταφέρει τελικὰ νὰ ἀνατρέψει τὴν κατάσταση, ἀλλὰ μάταια. Δὲν μποροῦσε νὰ ρίξει κανένα βέλο μπροστὰ στὰ μάτια του. Αὐτὸ ποὺ σκεφτόταν ἤ ἔνιωθε γραφόταν ἀμέσως στὸ πρόσωπό του, κι ὅσο ἀνακατεμένο μὲ μιὰν ἀνεξήγητη ἔκφραση συμπάθειας νὰ φανερωνόταν, ὁ καθένας εὔκολα μάθαινε τί πραγματικὰ πίστευε. Ὅποιες προσπάθειες καὶ νὰ ἔκανε, δὲν κατάφερνε παρὰ νὰ γίνει ἀκόμα περισσότερο ἀνεπιθύμητος. Ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ τὸν διώχνανε.
Σὰν ἀπὸ ἔνστικτο σπρώχτηκε νὰ ρίχνει γρήγορες, κοφτὲς ματιές, νὰ μὴν ἑστιάζει πουθενὰ γιὰ πολὺ τὸ βλέμμα του, νὰ λειτουργεῖ μὲ δυὸ λόγια τὴν ὅραση σὰν ὄσφρηση κι ἔτσι νὰ μυρίζει ἀκατάπαυτα ἀνοιγοκλείνοντας τὰ βλέφαρα ἤ μετακινώντας τοὺς βολβοὺς τῶν ματιῶν ὅπως ρουθούνια κάποιου νυχτόβιου θηρευτῆ. Ὁ ἴδιος νιώθει ἐλάχιστα προστατευμένος πίσω ἀπὸ τὸ αὐτοσχέδιο σκάφανδρο τῶν βιαστικῶν βλεμμάτων.
(“Σκάφανδρο στο παγωνί ή ένας βαθύς άνθρωπος”, Πλανόδιον, Ιστορίες Μπονζάϊ)
Γιάννης Δάλλας
Εύνοστοι φίλοι
Τι θαλπωρή και νοσταλγία στις μικρές λέξεις οικίσκος δρομίσκος πολίχνη ναύδριον Και εκεί πολύ κοντά το αλσύλλιον, όπου κατάκειται το τέμενος του Έρωτος Κι όπου περνά ο αέρας ριμαδόρος μέσα απ΄τα φυλλώματα σφυρίζοντας ειδύλλιον ειδύλλιον Τι νοσταλγία και τι προδοσία που τις αρνηθήκαμε Λέξεις λεξούλες που είναι σαν τις καπνοδόχους της φυλετικής μας προσφυγιάς Τώρα που πέσανε τα οράματα ας πάμε να τις κατοικήσομε εύνοστοι φίλοι.
(Γεννήτριες)
«Αν δεν είχαμε ελεύθερη βούληση», γράφει κάπου ο Τσέστερτον, «δεν θάχε νόημα να πούμε ευχαριστώ σε κάποιον που μας πέρασε τη μουστάρδα.» Το θυμήθηκα αυτό...
Η Ελένη Λαδιά είναι κατά κόσμον βραβευμένη λογοτέχνης, μεταφραστής, δοκιμιογράφος και άλλα που επιβεβαιώνουν αυτή τη φήμη. Επιτρέψτε μου να σας γνωρίσω την πέραν αυτών...
Βρισκόμαστε στό Τριτοπατρεῖον τοῦ Κεραμεικοῦ. Ἄβατο τότε ἀλλά τώρα σκορπισμένα ἐρείπια, ἀφημένα στήν πρόσβαση τοῦ κάθε ἐπισκέπτη. Δυό λίθινοι ὅροι στέκονται ὥς σήμερα καί πάνω...
(στην ελληνική μυθολογία) Ὁ ἀρχαῖος Ἕλληνας πίστευε πώς τά πάντα στόν κόσμο ἦταν διαποτισμένα ἀπό τήν ἐνέργεια ἀγαθοποιῶν καί κακοποιῶν δαιμόνων. Ἐπειδὴ, κατά τόν Decharme,...
Ὁ φυσιολογικός ἄνθρωπος ξεχνᾶ· ὁ συγγραφεύς καί τό ὄνειρο ποτέ. Μεγαλώνοντας βεβαιώνομαι περισσότερο γιά τήν συμπαντική μνήμη ἤ μνήμη θεοῦ ἤ μνήμη τοῦ κόσμου ἤ...
Ἀλεξάνδρεια τοῦ 1991 μ.Χ. (τίτλος κατά τό καβαφικόν πρότυπον) ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Η ΑΛΛΟΤΕ ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΗ ΠΟΛΗ; Ἐνῶ στό Κάιρο τό βαρύ, τό ἁπλόχωρο κι ἀνατολιτικο οἱ...
Στήν ἐφηβεία μου εἶχα ἕναν διακαή πόθο: νά βρεθῶ στήν πόλη τοῦ ὀνείρου τρελά ἐρωτευμένη. Διέθετα τήν πόλη καί τό αἴσθημα· ἔλειπε μόνον τό πρόσωπο....